Ακόμα πιο ελπιδοφόρες, παρ' όλα αυτά, μοιάζουν οι ποιοτικές μεταβολές που σημάδεψαν την ελληνική τουριστική αγορά, η δυναμική είσοδος σε αυτήν κορυφαίων διεθνών brands, η ανάπτυξη του urban tourism και οι επενδύσεις στην ξενοδοχία πολυτελείας. Και ακόμα περισσότερο, η διάθεση των επαγγελματιών και παραγόντων του κλάδου να δουν κατάματα τα προβλήματα -που δεν έλειψαν- και να επεξεργαστούν, επιστημονικά και τεκμηριωμένα, τρόπους για να τα αντιμετωπίσουν.
Οι αριθμοί δε λένε ψέματα. Τεκμηριώνουν με τρόπο αδιαμφισβήτητο, εκείνο που με μία δόση θαυμασμού -ανάμικτη ίσως με λίγο φθόνο- επισημαίνει η αυστριακή εφημερίδα Die Presse. Πως μέσα σε πέντε χρόνια η Ελλάδα έχει καταφέρει να υπερδιπλασιάσει τις επιδόσεις της σε αφίξεις τουριστών, ούσα η χώρα με τη μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση σε ολόκληρο τον πλανήτη (από τα 15,5 εκατομμύρια τουρίστες του 2012, κατέληξε το 2017 να υποδέχεται -συμπεριλαμβανομένων των επιβατών κρουαζιερόπλοιων- 30 εκατομμύρια, ενώ φέτος ο αριθμός τους αναμένεται να αγγίξει ή να υπερβεί τα 35 εκατομμύρια). Εξίσου εντυπωσιακό με την αύξηση καθαυτή πάντως, σημειώνει η ίδια εφημερίδα στην ανάλυσή της, μοιάζει να είναι το γεγονός ότι η χώρα κατόρθωσε να την υποστηρίξει, μολονότι ορισμένοι από τους προορισμούς των Κυκλάδων, όπως η Μύκονος και η Σαντορίνη, δείχνουν να έχουν φτάσει στα όρια των δυνατοτήτων τους.
ΤΙ ΔΕΙΧΝΟΥΝ ΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ
Τα στοιχεία δείχνουν ότι την περίοδο Ιανουαρίου – Αυγούστου 2018, η εισερχόμενη ταξιδιωτική κίνηση αυξήθηκε κατά 11,6% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2017 και διαμορφώθηκε στα 21.088.300, έναντι 18.895.600 πέρυσι. Ειδικότερα, η ταξιδιωτική κίνηση μέσω αεροδρομίων αυξήθηκε κατά 14,1%, ενώ αυτή μέσω οδικών σταθμών αυξήθηκε κατά 7,6%. Οι αφίξεις από τη -διαχρονικά βασική τροφοδότη του ελληνικού τουρισμού- Γερμανία αυξήθηκαν κατά 26,4% (αγγίζοντας τα 3 εκατομμύρια), ενώ αυτές από τη Γαλλία αυξήθηκαν κατά 3,6% (ξεπερνώντας κατά πολύ το ένα εκατομμύριο). Η ταξιδιωτική κίνηση από τη Βρετανία παρέμεινε αμετάβλητη στα 2 περίπου εκατομμύρια, εκείνη από τη Ρωσία μειώθηκε κατά 18% (σύμφωνα με τις περισσότερες εκτιμήσεις, λόγω της επαναφοράς στο προσκήνιο της Τουρκίας ως ελκυστικού ταξιδιωτικού προορισμού) μετρώντας 373.900 ταξιδιώτες, ενώ αυτή από τις ΗΠΑ αυξήθηκε κατά 29,7% φτάνοντας τους 708.700 ταξιδιώτες.
Την περίοδο Ιανουαρίου – Αυγούστου 2018, οι ταξιδιωτικές εισπράξεις εμφάνισαν αύξηση κατά 11,1% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2017 και διαμορφώθηκαν στα 11.764.200.000 ευρώ. Ειδικότερα, οι εισπράξεις από τη Γερμανία αυξήθηκαν κατά 19,2% φτάνοντας τα 2.019.000.000 ευρώ, ενώ οι εισπράξεις από τη Γαλλία μειώθηκαν κατά 8,3% και έφτασαν τα 732 εκατ. ευρώ. Οι εισπράξεις από τη Βρετανία μειώθηκαν κατά 4,3% συγκεντρώνοντας συνολικά 1.450.000.000, επίσης μείωση κατά 23% παρουσίασαν οι εισπράξεις από τη Ρωσία (261 εκατ. ευρώ), ενώ αυτές από τις ΗΠΑ σημείωσαν αύξηση κατά 27,5% (676 εκατ. ευρώ)
Αξίζει βέβαια να σημειωθεί ότι πριν από το 2010, το μερίδιο του τουριστικού κλάδου στο συνολικό ΑΕΠ της Ελλάδας κυμαινόταν μεταξύ 15% και 17%. Ωστόσο, στα χρόνια που ακολούθησαν συρρικνώθηκαν οι υπόλοιποι κλάδοι, κάνοντας το ποσοστό που συνεισφέρει ο τουρισμός στο ΑΕΠ να φτάσει πέρυσι για πρώτη φορά στο 20% -με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη βαρύτητα που πλέον αποκτά ο κλάδος για τη χώρα, την κοινωνία και την οικονομία στο σύνολό της. Όπως σημειώνεται στη μελέτη που πραγματοποίησε το Ινστιτούτο του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ) με τίτλο: «Η συμβολή του ιδιωτικού τομέα του τουρισμού στην οικονομία και τα φορολογικά έσοδα – Η περίπτωση της Ελλάδας, 2010 –2016», την επταετία αυτή ο τουρισμός συνεισέφερε συνολικά 52,3 δισ. ευρώ στα φορολογικά έσοδα της χώρας. Το 2016 ειδικότερα, τα φορολογικά έσοδα από τον τουρισμό αποτελούσαν το 10,5% των συνολικών φορολογικών εσόδων (ποσοστό υψηλότερο από το 8,3% της συνεισφοράς του στην οικονομία). Τα ποσοστά αυτά μάλιστα είναι αναμφίβολα σημαντικά μεγαλύτερα, αν ληφθούν υπ’ όψιν οι έμμεσες επιδράσεις και οι συνεργασίες εταιρειών όλων των κλάδων (κατασκευές, εστίαση, ψυχαγωγία, μεταφορές), με τις αμιγώς τουριστικές επιχειρήσεις σε ολόκληρη την Ελλάδα. Όσο κλισέ και αν ακούγεται, ο τουρισμός αποτελεί -αν όχι τη βαριά βιομηχανία- την ατμομηχανή της ελληνικής οικονομίας.
ΤΟ ΠΡΟΦΙΛ ΤΩΝ ΤΟΥΡΙΣΤΩΝ
Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί πως ένα από τα βασικά πορίσματα της φετινής έρευνας του Ινστιτούτου ΣΕΤΕ, είναι πως η ευρέως διαδεδομένη αίσθηση ότι η Ελλάδα επιλέγεται κυρίως ως "φθηνός προορισμός" από τουρίστες χαμηλών εισοδημάτων, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Όπως επισημαίνει σε ανακοίνωσή του ο ΣΕΤΕ, "το προφίλ των τουριστών τα τελευταία χρόνια έχει αλλάξει και τουλάχιστον 6 στους 10 τουρίστες είναι υψηλού εισοδηματικού προφίλ".
Είναι χαρακτηριστικό ότι συγκρίνοντας τις μέσες τιμές των δωματίων ξενοδοχείων, των βασικών ανταγωνιστικών προς την Ελλάδα προορισμών, για τον Αύγουστο του 2018, η Αθήνα και η Κωνσταντινούπολη παρουσίασαν αύξηση τιμών σε όλες τις κατηγορίες ξενοδοχείων, σε αντίθεση με τη Βαρκελώνη που παρουσίασε μείωση (στη Ρώμη παρατηρήθηκε μείωση στις κατηγορίες 5 και 4 αστέρων και αύξηση στις κατηγορίες 3 και 1-2 αστέρων). Πιο συγκεκριμένα, την υψηλότερη τιμή κράτησης στα ξενοδοχεία 5 αστέρων κατέχει η Βαρκελώνη με 330 € (384 € το 2017), ενώ στην Αθήνα η τιμή ανέρχεται στα 201€ (έναντι 194 € το 2017).
Σε αντίστοιχη σύγκριση για τα εκτός πόλεων καταλύματα, την υψηλότερη τιμή κράτησης στα ξενοδοχεία 5 αστέρων εμφανίζεται να κατέχει η Μύκονος με 692 € (έναντι 691 € το 2017), με δεύτερη τη Σαρδηνία με 649 € (έναντι 674 € τον Αύγουστο του 2017), ενώ η Σαντορίνη κυμάνθηκε στα 588 € έναντι 601 € τον Αύγουστο του 2017. Στην κατηγορία 3 αστέρων η τιμή κράτησης για τη Μύκονο ανήλθε στα 282 € (έναντι 276 € τον Αύγουστο του 2017), στην Ίμπιζα στα 229 € (231 € το 2017) και στη Σαντορίνη στα 214 € (έναντι 180 € το 2017).
Στην κατηγορία 1-2 αστέρων η τιμή κράτησης για τη Μύκονο ήταν 183 € (έναντι 208 €), για τη Σαντορίνη 145 € (από 133 € τον Αύγουστο του 2017), ενώ στην Ίμπιζα η τιμή εκτιμήθηκε στα 166 € και στη Σαρδηνία
στα 120 €.
Ιδιαίτερη σημασία έχει, παρ’ όλα αυτά, ένα ακόμη στοιχείο: το ότι σύμφωνα με την ειδική έρευνα Greek Hospitality Industry Performance της GBR HOSPITALITY που δημοσίευσε πριν μερικές ημέρες το money-tourism.gr, τα ελληνικά ξενοδοχεία κατέγραψαν σημαντική αύξηση των εσόδων τους ανά διαθέσιμο δωμάτιο, σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2017 (στο τρίτο τρίμηνο του 2018 αλλά και σε ετήσια βάση). Συγκεκριμένα, τα ξενοδοχεία της Αθήνας, στο τρίτο τρίμηνο του 2018 «είδαν» το RevPAR να σημειώνει αύξηση 7,2% σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2017, της Θεσσαλονίκης 6,4% και τα παραθεριστικά 4,2%. Σε ετήσια βάση, η αύξηση είναι ακόμη μεγαλύτερη και διαμορφώθηκε αντίστοιχα σε 10,7%, 7,7% και 9,5%. Αντίθετα, σύμφωνα με την ίδια έρευνα, στους υπόλοιπους προορισμούς της Νότιας Ευρώπης, ο δείκτης στο τρίτο τρίμηνο 2018 σημείωσε κατά μέσον όρο μείωση 1,2%.
ΘΕΑΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ
Αν θα έπρεπε κανείς να εντοπίσει πίσω από τους αριθμούς ένα ποιοτικό στοιχείο διαφοροποίησης για τη χρονιά που ολοκληρώνεται σε δύο μήνες, θα έπρεπε μάλλον να σταθεί στη θεαματική, σε ένταση και έκταση, άνοιξη της ελληνικής (πιο σωστά: της εν Ελλάδι) ξενοδοχίας και ειδικότερα σε αυτή της Αθήνας. Πέρα από την ηχηρή είσοδο στην αγορά της Four Seasons με το «Four Seasons Astir Palace Hotel Athens», το τιμημένο με το βραβείο του Smart Hotel of the Year 2018 Kubic Athens της Αγίου Κωνσταντίνου (που άνοιξε πέρυσι), το Dolce Attica Riviera στη Βραυρώνα, το One and Only της Κέας και το Ramada Attica Riviera στο Μάτι, υπάρχουν τα boutique hotels του εμπορικού τριγώνου της πόλης που ολοένα πολλαπλασιάζονται (γεγονός που καθιστά ιδιαίτερα σημαντική και από πολλές απόψεις βαρύνουσα την πρωτοβουλία πιστοποίησης και απονομής ειδικού σήματος που έχει αναλάβει το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο), καθώς και τα κάθε λογής και χρήσης παλιά κτίρια του κέντρου που μετατρέπονται σε τουριστικά διαμερίσματα. Δίπλα σε όλα τα παραπάνω υπολογίζεται πως τη διετία 2018-2019 στο δυναμικό της πρωτεύουσας εντάχθηκαν ή πρόκειται να ενταχθούν τουλάχιστον 4.000 νέες κλίνες και πάνω από 10 νέες πολυτελείς μονάδες -αρκετές εκ των οποίων ανήκουν σε διεθνείς αλυσίδες. Την τελευταία τριετία εκτιμάται ότι είναι σε εξέλιξη ή έχουν ολοκληρωθεί περισσότερα από 350 νέα επενδυτικά σχέδια, που αφορούν περισσότερες από 25.000 επιπλέον κλίνες σε 4άστερες και 5άστερες μονάδες.
Ήδη, το καλοκαίρι που πέρασε, στη Λεωφόρο Συγγρού άνοιξε το εμβληματικό «Athens Marriott» στη θέση του παλιού «Metropolitan» του ομίλου Χανδρή, το Grand Hyatt στο πρώην «Αthens Ledra» και το ολοκαίνουριο «Athenaeum Palace & Luxury Suites», συνεισφέροντας περισσότερες από 1.000 -κορυφαίων προδιαγραφών- κλίνες στο ξενοδοχειακό δυναμικό της πόλης.
Πόσο δικαιολογημένος είναι όμως ο χορός των επενδυτικών project και ο στροβιλισμός των εκατομμυρίων γύρω από παλιά και νέα κτίρια της Αθήνας, που τείνει να μοιάσει με ένα απέραντο εργοτάξιο; Επαρκώς, υποστηρίζει άρθρο του newmoney.gr, που επισημαίνει ότι το καλοκαίρι του 2018 προστέθηκαν περισσότερες από 320 εβδομαδιαίες πτήσεις και πέντε νέες αεροπορικές εταιρείες, στο «Ελ. Βενιζέλος».
Σε ό,τι αφορά την αγορά ξενοδοχείων πολυτελείας της Αθήνας, σημειώνεται επίσης, ότι η πληρότητα δωματίων το 2017 αυξήθηκε κατά 8,2% έναντι της αντίστοιχης περιόδου του 2016, διαμορφώνοντας τον δείκτη σε 73,3% έναντι 67,7% και αυτό παρά την αύξηση του ανταγωνισμού από τα νέα, παραδοσιακά και μη, καταλύματα. «Η Αθήνα ως ευρωπαϊκή πρωτεύουσα ήταν παραδοσιακά πολύ χαμηλά σε σχέση με άλλους προορισμούς, τόσο από πλευράς αφίξεων όσο και από πλευράς παρουσίας ξένων αλυσίδων.Αρκεί να αναφερθεί ότι η Βουδαπέστη αριθμεί πάνω από 20 μεγάλα ξενοδοχειακά brands, με την Αθήνα, που αναπτύσσεται τώρα, να βρίσκεται στο 1/3», εμφανίζεται να δηλώνει ο Χάρης Σιγανός, διευθύνων σύμβουλος της Zeus International, στρατηγικού εταίρου της Wyndham, που το 2016 δημιούργησε στην πλατεία Καραϊσκάκη το 5άστερο «Wyndham Grand» και το 2018 το πρωτοποριακό ως concept Wyndham Grand Residences & Suites.
Σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε από τα τέλη Ιουνίου έως και την πρώτη εβδομάδα του Σεπτεμβρίου σε ξενοδοχεία της Αττικής και στην οποία συμμετείχαν περίπου 1.500 ένοικοι ξενοδοχείων όλων των κατηγοριών, η επίσκεψη στην Αθήνα βαθμολογήθηκε συνολικά με 7,9/10, ενώ το ποσοστό των τουριστών που θα σύστηνε την Αθήνα σε άλλους, φτάνει το 96% το 2018. Οι περισσότεροι επισκέπτες που ρωτήθηκαν -κυρίως Ευρωπαίοι και Αμερικανοί κάθε ηλικίας-, επέλεξαν την Αθήνα για αναψυχή και διακοπές (έως 79%), κάτι που φανερώνει πως η ελληνική πρωτεύουσα έχει επιτύχει να καταξιωθεί ως «προορισμός διακοπών», με «μεγάλο αρχαιολογικό – πολιτιστικό ενδιαφέρον» (έως 81%) και με εντυπωσιακό -για πόλη- ποσοστό επαναλαμβανόμενων επισκεπτών (έως 45%). Η σύγχρονη ζωή της Αθήνας ως πόλος έλξης μοιάζει να μην εντυπωσιάζει ιδιαίτερα τους επισκέπτες (15%–27% αναλόγως της ηλικίας τους), ενθαρρυντικό όμως είναι το γεγονός ότι ενθουσιάζει περισσότερο τους νέους μεταξύ 18-30 ετών. Το παραλιακό μέτωπο και οι ακτές της Αττικής δείχνουν να ενδιαφέρουν επίσης τις νέες ηλικίες (έως 60%) αλλά και όσους αγαπούν το κολύμπι (έως και 82%).
ΟΛΑ ΚΑΛΑ ΛΟΙΠΟΝ;
Σημαίνουν όλα τα παραπάνω πως είναι τα πάντα ευοίωνα για τον ελληνικό τουρισμό και πως ο δρόμος για το μέλλον είναι στρωμένος με ρόδα; Η απάντηση είναι, για διάφορους λόγους, αρνητική.
Μολονότι η εποχικότητα μοιάζει να μην είναι τόσο έντονη όσο παλιότερα, τουλάχιστον για τους ταξιδιωτικούς προορισμούς πρώτης γραμμής (όπως σημειώνει σε ενημερωτικό δελτίο της η Alpha Bank, η αξιοσημείωτη αύξηση της τουριστικής κινήσεως τους χειμερινούς και εαρινούς μήνες -16,8% στο πρώτο πεντάμηνο του 2018- υποδηλώνει την επέκταση της εντατικής τουριστικής περιόδου), δεν έχει πάψει ωστόσο να αποτελεί βασικό πρόβλημα για μια σειρά προορισμούς της νησιωτικής αλλά και της ηπειρωτικής χώρας.
Προβληματίζει επίσης η καθήλωση της Μέσης Ημερήσιας Δαπάνης, για περισσότερο από μια δεκαετία, στην περιοχή των περίπου 70 €. Τον Αύγουστο, μήνας που θεωρείται ο καλύτερος της τουριστικής σεζόν, οι ταξιδιωτικές εισπράξεις κατέγραψαν αύξηση μόλις 1,4%, φτάνοντας τα 3,6 δισ. ευρώ (έναντι 3,55 δισ. ευρώ τον αντίστοιχο μήνα του 2017). Σύμφωνα μάλιστα με τα στοιχεία από την ΤτΕ, η αύξηση των ταξιδιωτικών εισπράξεων οφείλεται αποκλειστικά στην άνοδο της ταξιδιωτικής κίνησης κατά 4,8%, καθώς η μέση δαπάνη ανά ταξίδι μειώθηκε κατά 19 ευρώ ή 3,2% -παρότι υπήρξε μεγάλη άνοδος των εισπράξεων από τη Γερμανία (19,2%, 2,019 δισ. ευρώ συνολικά), αλλά και κάθετη πτώση των εσόδων από τη ρωσική αγορά (μείωση 23%, στα 261 εκατ. ευρώ).
Αν και δημοφιλείς προορισμοί, όπως η Κρήτη, τα μεγάλα νησιά του Ιονίου, η Ρόδος, η Κως, η Μύκονος ή η Σαντορίνη, κατέγραψαν στη high season πληρότητα άνω του 90%, αρκετές επιχειρήσεις μιλούν για έσοδα κάτω των προσδοκιών. Η ανάκαμψη της Τουρκίας που απορρόφησε μέρος των Γερμανών και Ρώσων «καλών τουριστών», η άνοδος της Αιγύπτου και της Τυνησίας, η έκρηξη των καταλυμάτων εκτός ξενοδοχείων μέσω των πλατφορμών ενοικίασης κατοικιών (όπως η Airbnb), ο μεγάλος ανταγωνισμός και ο πόλεμος τιμών στις κρατήσεις της τελευταίας στιγμής, είναι -υποστηρίζουν κάποιοι- ορισμένες από τις αιτίες, που συγκράτησαν τα έσοδα.
Μακροπρόθεσμα πάντως, πιο σημαντικό μοιάζει να είναι το πρόβλημα υποδομών που επισήμανε στην ομιλία του στα πλαίσια του Συνεδρίου του ΣΕΤΕ, ο δήμαρχος της Σαντορίνης Αναστάσιος-Νικόλαος Ζώρζος. Η Σαντορίνη, είπε, έχει προ πολλού χτυπήσει τον κώδωνα του υπερ-τουρισμού και των προβλημάτων που προκύπτουν από το μεγάλο ρεύμα τουριστών αλλά και από τις μισθώσεις ακινήτων. Στα 76 τετραγωνικά χιλιόμετρα ενός νησιού με 25.000 κατοίκους, συνωθούνται κάθε μέρα του καλοκαιριού 100.000 περίπου επισκέπτες, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις υποδομές του νησιού. Είναι χαρακτηριστικό ότι από το 2012 έως το 2017 η κατανάλωση νερού στην Οία αυξήθηκε κατά 110%, ενώ από πέρυσι μέχρι φέτος παρουσίασε επιπλέον αύξηση 29%. Αντίστοιχη είναι η κατάσταση που προκαλείται και στις ανάγκες για ενέργεια, αφού το 2013 το νησί χρειαζόταν 32,5ΜW, ενώ σήμερα χρειάζεται 50ΜW.
Ένα άλλο θέμα που εμφανίζεται να έχει λάβει διαστάσεις και να απασχολεί τον τουριστικό κλάδο στο σύνολό του, είναι εκείνο των βραχυχρόνιων μισθώσεων. Όπως έχει μάλιστα υποστηρίξει ο Πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου της Ελλάδας, Αλέξανδρος Βασιλικός, το Airbnb ήρθε για να μείνει, αφού ο κλάδος της ξενοδοχίας δεν εκμεταλλεύτηκε το κενό που υπήρχε και έτσι αυτό καλύφθηκε από τη συγκεκριμένη πλατφόρμα.
Είναι ενδεικτικό, ότι στα στοιχεία της μεγάλης Έρευνας «περί Ικανοποίησης Επισκεπτών και Απόδοσης Ξενοδοχείων Αττικής 2018», έως και τον Αύγουστο προκύπτει αύξηση 2,2% της πληρότητας στο 8μηνο και 8,5% της μέσης τιμής δωματίου. Ωστόσο, σε σύγκριση με τα δεδομένα προηγούμενων ετών, η πτώση της πληρότητας των ξενοδοχειακών μονάδων επί τρεις μήνες και μάλιστα μήνες αιχμής (Ιούνιο, Ιούλιο, Αύγουστο κατά -0,2%, -1,4% και -0,5% αντίστοιχα) και η μεγάλη απόκλιση μεταξύ διεθνών τουριστικών αφίξεων στον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών (ΔΑΑ) και πληρότητας ξενοδοχείων το 7μηνο, γεννούν προβληματισμό αλλά και βάσιμες... υποψίες, για το πού επιλέγουν να διαμένουν οι επισκέπτες της πόλης (ενώ οι αφίξεις δείχνουν αύξηση κατά 21,8%, η αύξηση της πληρότητας των ξενοδοχείων για την ίδια περίοδο δεν ξεπερνά το 3,6%).
Του Τάκη Τσιρτσώνη
Οι προετοιμασίες για το 100% Hotel Annual Review 2019 έχουν ξεκινήσει!
• New Projects • New Products • Industry Influencers
Όλα συγκεντρωμένα σε μια νέα έκδοση με υψηλή αισθητική που απευθύνεται σε Αρχιτέκτονες, Διακοσμητές, Κατασκευαστικές εταιρείες, ιδιοκτήτες και ανώτερα στελέχη ξενοδοχείων 4* και 5* αλλά και Ιδιοκτήτες επιλεγμένων ξενώνων!
Μάθε πως μπορείς να συμμετέχεις στην επόμενη έκδοση εδώ: https://goo.gl/gFpvvG